Μια πανάρχαια μέθοδος αναζήτησης υπόγειων νερών είναι η ραβδοσκοπία. Η μέθοδος αυτή χρησιμοποιήθηκε από τους λεγόμενους ραβδοσκόπου και είναι η εύρεση κοιτασμάτων νερού με τη βοήθεια μιας μικρής ράβδου Χρονολογείται δε, από το 6000 π.Χ. και είναι μια μαντική μέθοδος.
Οι ραβδοσκόποι για να εντοπίσουν κοιτάσματα νερού χρησιμοποιούσαν μια διχαλωτή ράβδο κατασκευασμένη από κλαδί δέντρου, κυρίως φλαμουριάς, ιτιάς ή φουντουκιάς (λεπτοκαρυάς). Σήμερα, η ράβδος που χρησιμοποιείται από τους ραβδοσκόπους, είναι από σύρμα σε ειδικό σχήμα.
Ο τρόπος χρήσης της ράβδου είναι ο παρακάτω. Οι ραβδοσκόποι κρατούν με τα χέρια τους τη ράβδο και χαλαρώνουν. Στη συνέχεια αρχίζουν περπατούν αργά και χαλαρά, καλύπτοντας ολόκληρη την περιοχή που θεωρούν σαν πιθανή για εύρεση νερού. Όταν εντοπιστεί το σημείο που βρίσκεται νερό υπογείως, τότε η ράβδος αρχίζει να κινείται πάνω από το σημείο αυτό.
Η επικρατέστερη ερμηνεία του φαινομένου είναι ότι από το νερό και τα διάφορα μέταλλα (η μέθοδος αυτή χρησιμοποιείται επίσης για τον εντοπισμό μετάλλων στο υπέδαφος) εκπέμπονται ηλεκτρομαγνητικά κύματα. Υπάρχουν λοιπόν άτομα που έχουν την ικανότητα, το νευρικό τους σύστημα να διεγείρεται από αυτά τα ηλεκτρομαγνητικά κύματα και αυτοί έχουν την ικανότητα να εντοπίζουν το νερό. Βέβαια αυτή η εξήγηση δεν είναι τεκμηριωμένη επιστημονικά.