Αν αρχίσει κάποιος να παρατηρεί, μπορεί να εντοπίσει κάποια σημεία σε μια περιοχή που φανερώνουν την ύπαρξη κοιτασμάτων νερού στο υπέδαφός της.
Κατ’ αρχήν, νερά βρίσκονται στα υπόγεια των βουνών που έχουν πολλές κορυφές. Οι πλαγιές των βουνών που έχουν περισσότερα κοιτάσματα νερού, είναι οι βορινές και οι ανατολικές. Τα λιγότερα νερά βρίσκονται στις νότιες πλαγιές των βουνών. Όπου τα βουνά είναι κατάφυτα επίσης, ο ίσκιος που υπάρχει δίνει τη δυνατότητα κατακράτησης και άρα ύπαρξης υπόγειων νερών εκεί.
Η μαύρη και παχιά γη υποδηλώνει την παρουσία υπόγειων νερών, ακόμα και να εκεί υπάρχουν πολλές πέτρες. Οι μαύρες και κοκκινωπές πέτρες εκεί, ενισχύουν την πιθανότητα ύπαρξης διαρκέστερων περισσότερων νερών. Επίσης τα λασπερά χώματα δηλώνουν την παρουσία περισσότερων νερών κι ακόμα περισσότερων, τα χώματα που γλυκίζουν.
Στους κάμπους με λευκά χώματα και χαλίκια και εκεί που η όψη της γης είναι ξερή, εκεί δεν υπάρχουν υπόγεια νερά. Το ίδιο συμβαίνει όπου υπάρχει κεραμιδόχωμα.
Για να εντοπίσει κάποιος την ύπαρξη νερών σε ένα κάμπο, πρέπει συνήθως να βρίσκεται σε ένα ψηλό σημείο. Αν κοιτώντας από κάπου ψηλά με τις πρώτες ακτίνες του ήλιου, υπάρχει καταχνιά που δεν αραιώνει αμέσως, έχουμε μια πρώτη ένδειξη για παρουσία υπόγειων υδάτων.
Αν μόλις ανατείλει, παρατηρήσουμε τα κουνούπια να πετούν προς τα επάνω ελικοειδώς, εκεί υπάρχουν υπόγεια νερά.
Τα καλοκαιριάτικα μεσημέρια που η γη είναι ξερή και η ατμόσφαιρα καθαρή, αν εντοπίσουμε κάπου να αναδύεται ατμός σαν μικρό σύννεφο, έχουμε εντοπίσει ένα σημείο με υπόγεια νερά.
Αν το χειμώνα εντοπίσουμε σε μια περιοχή καταχνιά σαν αυτή που υπάρχει πάνω από τα ποτάμια και τις λίμνες αλλά πιο αραιή, βρισκόμαστε σε ένα σημείο που υπάρχουν υπόγεια νερά.
Η εύρεση νερού με γεώτρηση σε μια περιοχή, δεν είναι μια υπόθεση τυχαία δηλαδή, ακόμα κι αν δεν υπάρχουν τα κατάλληλα επιστημονικά μέσα για εντοπισμό. Οι ενδείξεις είναι πολλές και αν συνδυαστούν σωστά, μπορούν να οδηγήσουν στην εύρεση νερού με πολύ μεγάλες πιθανότητες επιτυχίας.