Όταν από τις διάφορες ενδείξεις υποψιαζόμαστε ότι στο υπέδαφος κάποιου σημείου υπάρχουν κοιτάσματα νερού, μπορούμε να βεβαιωθούμε γι αυτό κάνοντας κάποιες δοκιμές.
Η μία δοκιμή είναι η εξής: Στο μέρος που υποψιαζόμαστε, σκάβουμε ένα λάκκο με βάθος περίπου 1,5 μέτρα. Παίρνουμε μια μεγάλη κατσαρόλα, προτιμότερα ημισφαιρική, και την αλείφουμε εσωτερικά με λάδι. Σε ένα κομμάτι μάλλινη στεγνή και καθαρή κλωστή μήκους 8-10 εκατοστών δένουμε μια μικρή πετρούλα και την κλωστή την κολλάμε εσωτερικά της χύτρας με κερί, φροντίζοντας να κρέμεται ως τη μέση της χύτρας όταν θα είναι γυρισμένο προς τα κάτω.
Την ώρα που δύει ο ήλιος, τοποθετούμε το δοχείο ανάποδα μέσα στο λάκκο και το σκεπάζουμε με χώμα σε ύψος μισού μέτρου. Αφήνουμε το δοχείο όλη τη νύχτα μέσα στο λάκκο. Το ξημέρωμα, πριν ανατείλει ο ήλιος, αφαιρούμε το χώμα και γυρίζουμε τη χύτρα.
Αν στο σημείο εκείνο υπάρχει νερό, το δοχείο είναι ιδρωμένο εσωτερικά και το μαλλί γεμάτο νερό. Αν η υγρασία είναι έντονη ώστε να έχουν δημιουργηθεί σταγόνες, το νερό βρίσκεται σε μικρό βάθος. Αν υπάρχει μόνο υγρασία, το νερό βρίσκεται σε μεγαλύτερο βάθος. Εξυπακούεται ότι αν δεν υπάρξει υγρασία στο δοχείο, δεν υπάρχει νερό από κάτω.
Μια άλλη πιο απλή και γρήγορη μέθοδος για δοκιμή ύπαρξης νερού, είναι αυτή με το σφουγγάρι. Σκάβουμε ένα λάκκο, τοποθετούμε μέσα ένα στεγνό σφουγγάρι και το σκεπάζουμε με χλωρά φύλλα καλαμιάς ή κάποιο είδος μαλακό χόρτο. Μετά από τρείς ώρες, αν το σφουγγάρι είναι υγρό, τότε υπάρχει από κάτω νερό.
Έτσι μπορούμε με μεγαλύτερη βεβαιότητα να μπούμε στη διαδικασία αναζήτησης νερού σε ένα σημείο που υποψιαζόμαστε την ύπαρξή του.